sözlük Yunan - Arapça

ελληνικά - العربية

διαβατήριο Arapçada:

1. جواز سفر جواز سفر



Arapça kelime "διαβατήριο"(جواز سفر) kümelerde oluşur:

Έγγραφα στα αραβικά