sözlük Yunan - Arapça

ελληνικά - العربية

καθαριστής Arapçada:

1. ممسحة ممسحة



Arapça kelime "καθαριστής"(ممسحة) kümelerde oluşur:

Τα μέρη του αυτοκινήτου στα αραβικά