sözlük Yunan - Arapça

ελληνικά - العربية

τρέξιμο Arapçada:

1. الجري الجري



Arapça kelime "τρέξιμο"(الجري) kümelerde oluşur:

Δραστηριότητες για τον ελεύθερο χρόνο στα αραβικά