sözlük Yunan - Çin

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

χορός Çince:

1. 跳舞 跳舞



Çinli kelime "χορός"(跳舞) kümelerde oluşur:

Δραστηριότητες για τον ελεύθερο χρόνο στα κινέζικα